Σε αυτό το άρθρο θα αναφερθώ στα 3 πανέμορφα γατάκια που είχα και που δυστυχώς έχασα με έναν τρόπο που ούτε οι ίδιοι δεν θα πιστεύετε.
Η ιστορία ξεκινάει ένα όμορφο απόγευμα το καλοκαίρι του 2015, οπου βρισκόμουν στο χωριό μου στο Κρανίδι. Κάναμε δουλειές έξω στη βεράντα μαζί με την αδερφούλα μου, μέχρι που η μητέρα μου μου είπε να πάω να πετάξω τα σκουπίδια όπως και έκανα. Πήγα τα σκουπίδια και εκεί άκουγα “νιάου νιάου” συνέχεια. Κοίταξα μέσα στον κάδο τίποτα… Σήκωσα τη σακούλα μπας και τα είχα πλακώσει, αλλά πάλι τίποτα. Φώναξα την αδελφή μου αφού δεν μπορούσα μόνος μου να καταλάβω από πού προερχόταν αυτό το “νιάου”. Ψάξαμε με την αδελφή μου μέχρι που μου είπε: “Σωτήρη κάτι κουνιέται μέσα στη σακούλα, διπλά στον κάδο.” Έβαλα το αφτί μου, δειλά στην αρχή, για να ακούσω αν προέρχονταν από εκεί ο ήχος και όντως μέσα σε μια σακούλα μαύρη βρίσκονταν 3 μικρά γατάκια – ένα κίτρινο με άσπρο και 2 μαύρα. Δεν είχαν ανοίξει ακόμα καλά καλά τα μάτια τους, φανταστείτε πόσο μικρά ήταν.
Φυσικά εγώ ενθουσιάστηκα. Τα πήρα και τα πήγα αμέσως στη μητέρα μου. Εκείνη ξετρελάθηκε και είπε αμέσως να τα φροντίσουμε. Έτρεξα λοιπόν και πήρα μια σύριγγα από το κοντινότερο φαρμακείο. Μόλις γύρισα τα τάισα. Ήταν ίσως το πιο όμορφο πράγμα που έχω κάνει. Τα γατάκια ήταν τόσο γλυκά και αξιαγάπητα που τρελαινόμουν μόνο με την ιδέα ότι μόλις απέκτησα 3 γατάκια .Αυτά φυσικά με το που τα τάισα κοιμήθηκαν.
Βέβαια, κατά τη διάρκεια της πρώτης νύχτας είχα μεγάλο άγχος αν θα είναι καλά. Έτσι σηκώθηκα 4 φορές μέσα στο βράδυ για να δω αν είναι καλά, μια φορά στις 11, μετά στη 1, στις 5 και το πρωί στις 7. Το ίδιο πρωί στις 9 ξύπνησα και νόμιζα πως όλα ήταν ένα όμορφο όνειρο. Πήγα εκεί που θυμόμουν ότι είχα αφήσει τα γατάκια και βρισκόντουσαν εκεί. Για να μην πολυλογώ, τα γατάκια μεγάλωσαν, άνοιξαν τα ματάκια τους και έκαναν και το πρώτο τους μπάνιο.
Μετά από τις μαγευτικές διακοπές, γύρισα στην Αθήνα. Εκεί έχω κήπο και μια αποθήκη οπού θα έμεναν τα γατάκια. Μετά από λίγο καιρό άρχισε το σχολείο και κάθε πρωί πριν πάω, τα τάιζα και τα χάιδευα. Το ίδιο έκανα και όταν γυρνούσα από το σχολείο. Ο καιρός πέρασε και ήρθε χειμώνας και βροχές. Στον κήπο ζούσε και ένα σκυλί, το οποίο είναι το σκυλί της θείας μου η οποία μένει ακριβώς διπλά από εμάς.
Κάποια μέρα που έκανε κρύο και έβρεχε μανιωδώς ο σκύλος είχε αρχίσει να γαβγίζει στα γατάκια, χωρίς να τα βλέπει, άπλα τα μύριζε και τα άκουγε. Εκείνο το βράδυ λοιπόν η θεία μου κατάλαβε ότι ο σκύλος γάβγιζε στα γατάκια, τα οποία ήξερε ότι έχω εκεί μέσα και η αντίδραση της ήταν να μου πει να κατέβω κάτω και να ΜΑΖΕΨΩ ΤΑ ΓΑΤΑΚΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΦΤΑΙΓΑΝ ΣΕ ΤΙΠΟΤΑ. Και να τα έβαζα πού; Οι γονείς μου δεν δέχονταν να τα βάλουμε σπίτι, έπρεπε να κάνω κάτι. Αναγκάστηκα λοιπόν να μεταφέρω τα γατάκια σε μια κάσα στο γκαράζ, το οποίο δεν προστατεύεται απόλυτα από βροχές. Εγώ φυσικά και είχα νευριάσει με την κίνηση αυτή, αλλά δεν είχα άλλη επιλογή.
Την επόμενη μέρα πήγα και τα είδα. Η βροχή τα είχε λούσει. Ήταν πολύ άθλια εικόνα αν την βλέπατε, 3 μικρά γατάκια σε ένα καφάσι με τρυπούλες παντού να είναι βρεγμένα και μόνα εκείνη την ημέρα. Νευρίασα με τον εαυτό μου και δεν ξανά άκουσα ποτέ. Όταν μου έλεγε να τα μετακινήσω της έλεγα να μετακινήσει τον σκύλο και φυσικά αυτό δεν έγινε ποτέ. Η θεία μου δυστυχώς μου κράτησε μίσος, γιατί δεν έκανα αυτό που μου έλεγε και έτσι μια μέρα που την άκουσα να κατεβαίνει τις σκάλες, άκουσα μια κουβέντα που είχε με τον σύζυγο της και τις είπε πως θα μετακινήσει ο ίδιος τα γατάκια. Εγώ το έπαιξα πονηρός και μόλις γύρισε έβαλα παπούτσια και πήγα να δω τι έκανε. Το καφάσι βρισκόταν μέσα στην αποθήκη και τα γατάκια εκτός αποθήκης. Έτρεξα έντρομος αλλά και γεμάτος θυμό να δω πού είναι και τα βρήκα μόνα τους ούτε καν κάτω από στέγη, στη βροχή και να μην ξέρουν που να πάνε φυσικά. Τα μάζεψα και τα έβαλα πίσω.
Μόλις γύρισα εξήγησα στη μητέρα μου και τον πατέρα μου το τι γίνεται και η μητέρα μου έκανε παρατήρηση, αλλά δυστυχώς τα πράγματα πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο (Σημαντική σημείωση ακριβώς δίπλα από τον κήπο υπάρχει το φροντιστήριο όπου έχει η ίδια).
Μετά από πολύ καιρό που είχε να τα πειράξει, ήλπιζα πως είχε βάλει μυαλό. Ένα απόγευμα λοιπόν εγώ είχα πάει μπάλα και φυσικά έλειπα μη γνωρίζοντας τι επρόκειτο να συμβεί στα γατάκια. Γυρνώντας λοιπόν από την προπόνηση γεμάτος χαρά να πάω να παίξω μαζί τους δεν τα βρήκα. Απόρησα στην αρχή και είπα πως θα τα έχει πάει πάλι στο γκαράζ και όμως έλειπαν και από εκεί. Έψαχνα για 1 ώρα παντού, αλλά δεν υπήρχε ίχνος τους. Απελπισμένος άρχισα να κλαίω και να φωνάζω, δίπλα στο φροντιστήριο την ώρα που έκαναν μάθημα 3 διαφορετικές τάξεις και φυσικά και ακουγόμουν εφόσον υπάρχουν παράθυρα στον τοίχο όπου βλέπουν τον κήπο. Η μητέρα μου με άκουσε και έτρεξε να δει τι έγινε. Της είπα με πήρε σπίτι και περίμενα να τελειώσει το μάθημα της θείας μου. Μόλις τελείωσε πήγαμε και την βρήκαμε. Την ρώτησα πού είναι τα γατάκια και ξέρετε τι μου είπε; Μου είπε ότι πάνω στην αποθήκη είχε μια μικρή τρύπα και ότι τα γατάκια περπάτησαν από εκεί πάνω, πάνω σε ένα ξύλο και βρέθηκαν στα παράθυρα οπού μπήκαν μέσα από την σήτα <<και καλααααα>> και ότι άρεσαν στα παιδιά και τα έδωσε.
Παιδιά, τα δικά μου γατάκια τα έδωσε σε άλλους Η ΘΕΙΑ ΜΟΥ, η ίδια μου η θεία. Φυσικά εγώ έκλαιγα για 2 μήνες και αυτή τη στιγμή που το γράφω συγκινούμαι. Ποτέ δεν μου είπε ποιοι τα πήραν για να πάω να τα πάρω πίσω. Φυσικά την τρύπα αυτή δεν την είδα ποτέ και επιπροσθέτως ο ξάδελφος μου (ο γιος της θείας μου) μου είπε διαφορετική ιστορία. Μου είπε ότι ρώτησαν αν μπορούσαν να τα πάρουν και η θεία μου απάντησε “ναι δεν είναι κανενός” και έτσι τα έδωσε. Ποτέ δεν την συχώρησα και ποτέ δεν πρόκειται, για αυτό που έκανε. Δεν της έχω ξαναμιλήσει από τότε και ούτε πρόκειται, διότι πήρε τρεις αγάπες που ΕΓΩ ΕΙΧΑ ΣΩΣΕΙ. Δεν είχε το δικαίωμα ούτε να τα αγγίξει. Έλα που τότε δεν ήξερα… γιατί αλλιώς θα την είχα μηνύσει, αλλά τότε ήμουν μικρός και αγαθός και οι γονείς μου θεώρησαν καλό να μην το επεκτείνουν.
Για πείτε μου τη δική σας άποψη πάνω σε αυτό θέλω να μάθω τι θα κάνατε εσείς στην θέση μου.
Τhe Great Gamer (Σωτήρης).